Του Χρόνη Βάρσου
Φιλολόγου-ιστορικού ερευνητή
203 χρόνια πέρασαν από την έναρξη της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης, τον 9ετη αγώνα που συντάραξε συθέμελα την άλλοτε κραταιά οθωμανική αυτοκρατορία και την απολυταρχική Ευρώπη της Ιεράς Συμμαχίας του Μέττερνιχ. Ενός πανεθνικού, παλλαϊκού αγώνα που οργάνωσε και σχεδίασε η Φιλική Εταιρεία από το 1814 με το μεγαλεπήβολο στόχο όχι απλά την απελευθέρωση του σκλαβωμένου γένους αλλά και την οριστική κατάλυση της εξουσίας του σουλτάνου - τουλάχιστον στα Βαλκάνια - με τον γενικό ξεσηκωμό όλων των βαλκανικών λαών, εγχείρημα που ξεκίνησε στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Όμοιό του δεν είχε γνωρίσει μέχρι τότε η Ευρώπη σε διάρκεια και σφοδρότητα, καθώς ενέπλεξε διεθνείς δυνάμεις, διέλυσε συνασπισμούς και ισορροπίες και συνολικά ανέτρεψε όλο το status quo της μετά-ναπολεόντειας Ευρώπης, παράλληλα με τις επαναστάσεις που ξέσπασαν την ίδια περίοδο στην Ιταλία, την Ισπανία και τη Λατινική Αμερική. Μια εποποιία, που διαμόρφωσε το σύγχρονο νεοελληνικό κράτος συγκροτώντας μια εθνική εστία, σαφώς μικρότερη εδαφικά και πληθυσμιακά, σε σχέση με τις προσδοκίες των αγωνιστών, αλλά που αποτέλεσε την απαρχή για τους απελευθερωτικούς αγώνες των Ελλήνων για τα επόμενα 100 χρόνια.
Περισσότεροι από 200.000 Τούρκοι, Αλβανοί κι Αιγύπτιοι χάθηκαν στον τιτάνιο αγώνα και αντίστοιχα πάνω από 40.000 ένοπλοι Έλληνες. Βαρύ όμως ήταν το κόστος για τον άμαχο ελληνικό πληθυσμό, με περίπου 300.000 νεκρούς και αιχμαλώτους, απαχθέντες και πωληθέντες στα σκλαβοπάζαρα της ανατολής.
Μέσα από τις ηρωικές σελίδες της Επανάστασης αναδείχθηκαν μοναδικές μορφές, ανδρικές και γυναικείες, που ξεχώρισαν για το ήθος, την ανιδιοτέλεια, την ακάματη προσφορά, τον ηρωισμό, την αυτοθυσία, την ευφυΐα, την επινοητικότητα, την ενεργητικότητα, τις στρατηγικές τους ικανότητες αλλά και την καλώς εννοούμενη «τρέλλα» που απαιτούνταν σε τέτοιες περιστάσεις. Υψηλάντηδες, Θ. Κολοκοτρώνης, Γ. Καραϊσκάκης, Γ. Ολύμπιος, Οδ. Ανδρούτσος, Μποτσαραίοι και Τζαβελαίοι, Αθ. Διάκος, Παπαφλέσσας, Νικηταράς, Εμμ. Παππάς, Μαυρομιχαλαίοι, Λ. Λογοθέτης, Α. Μιαούλης, Κ. Κανάρης, Δ. Παπανικολής, Γ. Σαχτούρης, Ν. Αποστόλης, Λ. Μπουμπουλίνα, Μ. Μαυρογένους, Δόμνα Βισβίζη και εκατοντάδες άλλες εμβληματικές φυσιογνωμίες, ανεδείχθησαν σε αιώνια δείγματα θάρρους και σύμβολα ανδρείας για όλους τους καταπιεζόμενους λαούς της Ευρώπης.
Πλάι στον απλό λαό συστρατεύθηκε μαζικά η Ορθόδοξη Εκκλησία, προσφέροντας χιλιάδες θύματα στον αγώνα, μητροπολίτες, επισκόπους, μοναχούς κι απλούς κληρικούς, προεξάρχοντος του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ε΄.
Μαύρες κηλίδες του αγώνα αποτέλεσαν οι ιδιοτελείς συμπεριφορές, οι μικρότητες, η μωροφιλοδοξία, ο διχασμός, οι δύο καταστροφικοί εμφύλιοι 1823-1825 με αποκορύφωμα τη φυλάκιση του Κολοκοτρώνη και τη δολοφονία του Ανδρούτσου, η σύναψη και η διασπάθιση των αγγλικών δανείων, ο αλληλοσπαραγμός των κομμάτων, ο μικροκομματισμός της πολιτικής ηγεσίας των Μαυροκορδάτου, Κουντουριώτη και Κωλέττη, οι προδοσίες, το προσκύνημα και ο «νενεκισμός».
Τα 3 συντάγματα του αγώνα αποτέλεσαν τα πλέον δημοκρατικά και φιλελεύθερα κείμενα της εποχής και πρότυπα οργάνωσης ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους, απολύτως εναρμονισμένα με τα προεπαναστατικά μοντέλα αυτοδιοίκησης των Ελλήνων στα πλαίσια του θεσμού των Κοινοτήτων αλλά και τις παρακαταθήκες της αρχαία άμεσης δημοκρατίας.
Ο ελληνικός λαός, πέραν πάσης λογικής, μετά από 9 σχεδόν χρόνια, με υπέρτατες θυσίες, κατοχύρωσε με το αίμα του και τα όπλα του και ασφαλώς χάρη στη διπλωματική ευφυΐα του πρώτου αδικοχαμένου κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, την πολυπόθητη Ελευθερία, κάνοντας το αδιανόητο έως τότε: το πρώτο ανεξάρτητο κράτος μέσα στην αχανή Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αποτυπωνόταν έτσι εμφανέστατα ο φόρος αίματος των επαναστατικών χρόνων και το βαρύ τίμημα που μας παραπέμπει στη φράση του Δ. Βικέλα «η ελευθερία έπρεπε να ανακτηθεί ως ανεκτήθη, δια της σπάθης και δια θυσιών ακαταλογίστων».
Σήμερα δυστυχώς οι μαθητές και συνολικά η ελληνική νεολαία, γνωρίζουν ελάχιστα για τον Αγώνα της Παλιγγενεσίας και όπως φαίνεται, με τα χρόνια διδάσκονται όλο και λιγότερα, αφού τα σχολικά εγχειρίδια και τα προγράμματα διδασκαλίας συρρικνώνουν βίαια κάθε αναφορά στο μεγαλείο του 1821. Αγνοούν στοιχειώδη γεγονότα, τοπωνύμια και πρόσωπα. Αδυνατούν πολλές φορές να ξεχωρίσουν το 1821 από το άλλο έπος του 1940-41 και της Εθνικής Αντίστασης.
Την ίδια ώρα, περισπούδαστοι καθηγητές, εθνοαποδομητές κάθε λογής, στρατευμένοι κι αγράμματοι δημοσιογραφίσκοι και παραγωγοί εκπομπών, λοιδορούν συστηματικά με κάθε τρόπο και αμφισβητούν τα αυτονόητα σχετικά με το ‘21, την ιστορική συνέχεια του έθνους, την αξία, ακόμη και την αναγκαιότητα της Επανάστασης, τους ηρωισμούς και τις θυσίες του επαναστατημένου Γένους. Αποδομούν και υποβαθμίζουν τον 9ετη ένοπλο αγώνα, αρνούμενοι ακόμη και την ελληνικότητα των αγωνιστών αλλά και επιτιθέμενοι με χυδαιότητα προσωπικά στους κορυφαίους εξ αυτών. Εξαίρουν τη «μεγαλοθυμία» των προστατιδών δυνάμεων, αναδεικνύουν εμμονικά τη ναυμαχία του Ναβαρίνου σε κορυφαία στιγμή της Επανάστασης και επιμένουν αντι-επιστημονικά στο αφήγημα περί «καταστολής» της Επανάστασης από τον Ιμπραήμ για να αποδώσουν τη «σωτηρία» της αποκλειστικά στην παρέμβαση του ξένου παράγοντα. Αποκόπτουν έτσι συστηματικά το λαό μας από κάθε σύνδεση με την απελευθερωτική κληρονομιά του 1821 και το διαχρονικό αντιστασιακό πνεύμα του Ελληνικού Έθνους.
Από την άλλη, οι νεοέλληνες, υπήκοοι ενός κράτους-επαίτη που μεταβλήθηκε τα τελευταία 13 χρόνια σε αποικία χρέους, διαποτισμένοι από το πνεύμα του καταναλωτισμού και του ωχαδελφισμού, αποδεχόμενοι έναν ιδιότυπο νεοραγιαδισμό σύμφυτο με "συβαριτισμό", ανεκτικοί στη διαφθορά και την ιδιοτέλεια, αρνούνται να δουν κατάματα την αλήθεια και την υφιστάμενη πραγματικότητα. Κάτω από ανίκανες πολιτικές και ανύπαρκτες πνευματικές ηγεσίες, αδυνατούν να συλλάβουν τα βαθιά νοήματα του Αγώνα της Παλιγγενεσίας, «δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα» προσμένουν το μοιραίο που έρχεται στο γεωπολιτικό επίπεδο αναζητώντας διαρκώς σωτήρες, ντόπιους και ξένους, απέναντι στη απειλή της αναθεωρητικής, επεκτατικής νέο-οθωμανικής Τουρκίας.
Αιωνία λοιπόν η μνήμη των χιλιάδων αγωνιστών, επωνύμων και ανωνύμων, που θυσιάστηκαν πριν 203 χρόνια για να χαρίσουν, μέσα από ποταμούς αίματος, σ’ εμάς, τους απογόνους τους, μια πατρίδα ελεύθερη και ανεξάρτητη που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θεωρείται κατάκτηση δεδομένη και αυτονόητη. Διότι όπως λέει και ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος «Όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγό δουλείας ας έχωσι, θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου